χειρότερος — masc nom sg χερείων mcaner masc nom sg (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χειρότερος — η, ο / χειρότερος, τέρα, ον, ΝΜΑ, και χερότερος Ν, και τ. χερειότερος Α πιο κακός, κατώτερης αξίας ή ποιότητας, πιο δυσάρεστος ή ανεπιθύμητος (α. «ο ένας κακός κι ο άλλος χειρότερος» β. «ὑπ ἀνδράσι χειροτέροισιν», Ομ. Ιλ.) νεοελλ. φρ. α) «τόσο το … Dictionary of Greek
χειροτέρως — χειρότερος adverbial χειρότερος masc acc pl (doric) χερείων mcaner adverbial (epic) χερείων mcaner masc acc pl (epic doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χειρότερον — χειρότερος masc acc sg χειρότερος neut nom/voc/acc sg χερείων mcaner masc acc sg (epic) χερείων mcaner neut nom/voc/acc sg (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χειροτέρη — χειρότερος fem nom/voc sg (epic ionic) χερείων mcaner fem nom/voc sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χειροτέρην — χειρότερος fem acc sg (epic ionic) χερείων mcaner fem acc sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χειροτέροις — χειρότερος masc/neut dat pl χερείων mcaner masc/neut dat pl (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χειροτέροισι — χειρότερος masc/neut dat pl (epic ionic aeolic) χερείων mcaner masc/neut dat pl (epic ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χειροτέροισιν — χειρότερος masc/neut dat pl (epic ionic aeolic) χερείων mcaner masc/neut dat pl (epic ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χειροτέρους — χειρότερος masc acc pl χερείων mcaner masc acc pl (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)